top of page

3ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Εισήγηση

¨Γυναίκες συγγραφείς, μυθιστορηματικές ηρωίδες

κι αναγνώστριες"

Μανουσάκη Ευαγγελία Αφροδίτη

Μ.Π.Σ. «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ» Ε.Α.Π./Π.Δ.Μ. 

&​ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

TΟΥΛΑ ΤΙΓΚΑ

(για την εισήγηση «Γυναίκες συγγραφείς, μυθιστορηματικές ηρωίδες και αναγνώστριες»)

ΕΡΩΤΗΣΗ 1

Για ποιόν λόγο γράφει μια γυναίκα;

​Υποθέτω  πως μια  γυναίκα γράφει για τον ίδιο λόγο για τον οποίο γράφει και ένας άντρας συγγραφέας: θέλει να μιλήσει για  θέματα  που  απασχολούν  την  ίδια  ή  τον  περίγυρο  μέσα
 

στον οποίο ζει. Το θέμα  βέβαια δεν είναι γιατί γράφουμε – δεν νομίζω πως μπορούμε να απαντήσουμε με σαφήνεια σ’ αυτό το ρώτημα – αλλά πώς γράφουμε. Απ’ αυτό εξαρτάται και η σχέση της με το θέμα και τον αναγνώστη.

ΕΡΩΤΗΣΗ 2

Στο βιβλίο του Δημήτρη Στεφανάκη «Πώς η λογοτεχνία σου αλλάζει την ζωή», αναφέρει σε ένα κεφάλαιο του ότι η γυναίκα παίρνει την εκδίκησή της μέσα από την λογοτεχνία. Πιστεύετε ότι η λογοτεχνία είναι από τους πιο προσοδοφόρους τρόπους για μια γυναίκα συγγραφέα να μιλήσει έμμεσα για το φύλο της και να προβάλει τις αξίες του, προβληματίζοντας το αναγνωστικό κοινό, ώστε να αλλάξει τις αντιλήψεις του για αυτό;

Δεν νομίζω  πως είναι θέμα εκδίκησης – όσο με αφορά τουλάχιστον – αλλά αξιοποίησης  μιας εσώτατης ανάγκης έκφρασης μέσα από τον γραπτό λόγο. Μιας έφεσης που εμφανίζεται  από νωρίς όσον αφορά  στον τρόπο σκέψης και στη χρήση της φαντασίας. Αργότερα προστίθεται ως εργαλείο  η γλώσσα και ο σεβασμός που της οφείλουμε μέχρι να ολοκληρωθεί αυτή η προσπάθεια με τα πρώτα κείμενα.  Εμπειρίες, απόψεις, πληροφορίες, ιστορικό υπόβαθρο και κοινωνικές  εικόνες, συνεπικουρούν σ’αυτή   την προσπάθεια για να γραφεί ένα  διήγημα ή  μυθιστόρημα. 

Η λογοτεχνία είναι ένας κήπος όπου ευδοκιμούν όλων των   ειδών τα άνθη και τα…ζιζάνια. Ο καθένας μπαίνει και σπέρνει ό,τι θέλει και ο αναγνώστης κόβει  για τον εαυτό του ό,τι του αρέσει. Μακάρι να μπορούσε η λογοτεχνία ν’αλλάξει τον κόσμο και τους ανθρώπους! Θα  είχαμε γλιτώσει από πολλά δεινά. Έχουν γραφεί  θαυμάσια έργα αντιπολεμικά αλλά οι πόλεμοι συνεχίζονται  με μεγαλύτερη ένταση. Όσο για τις γυναίκες συγγραφείς, το ζητούμενο είναι  να προβάλλουν όχι μόνο τις αξίες του φύλλου τους αλλά τις αξίες του ανθρώπου γενικά. Το τι καταφέρνουν τελικά οι γυναίκες συγγραφείς,  -και όχι μόνο - είναι θέμα εκφραστικής επάρκειας, αισθητικής και εξοικείωσης με το θέμα που επιλέγουν να  ασχοληθούν.

ΕΡΩΤΗΣΗ 3

Ποια είδη λογοτεχνίας, όσον αφορά την θεματολογία τους, σας αρέσουν περισσότερο και γιατί;

Μ’ ενδιαφέρουν  όλων των ειδών τα θέματα: ιστορικά μυθιστορήματα  γιατί  ανακαλύπτω  τη σχέση του ανθρώπου με τα  γεγονότα της εποχής του. Μυθιστορηματικές  βιογραφίες γιατί μ’ενδιαφέρει  η ζωή συγγραφέων και ιστορικών προσώπων. Μυθιστορήματα  χαρακτήρων  γιατί με γοητεύει  η εξέλιξη ενός χαρακτήρα όπως  την εκφράζει ένας  συγγραφέας  και η συμμετοχή των ηρώων στην εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα. Και τέλος μυθιστορήματα για νέους  γιατί ασχολούμαι  και   με τη Λογοτεχνία   για έφηβους.  

ΕΡΩΤΗΣΗ 4

Υπάρχουν μυθιστορήματα που βασίζονται σε σημαντικά ιστορικά γεγονότα που άλλαξαν ριζικά την ζωή των ανθρώπων της εκάστοτε εποχής.

Τι πιστεύετε ότι είναι πιο σημαντικό να αναφέρεται σε αυτά; Τα ιστορικά στοιχεία, οι κοινωνικές και πολιτισμικές προεκτάσεις των γεγονότων ή ο τρόπος που αυτά επηρέασαν την διαμόρφωση των ανθρωπίνων σχέσεων μέσα σε ένα πλαίσιο ιστορικής αλλαγής, εστιάζοντας στην ψυχολογία των χαρακτήρων του μυθιστορήματος και την εξέλιξή τους ως άνθρωποι;

Νομίζω πως είναι αλληλένδετα. Δεν μπορεί ένας συγγραφέας να πλάσει   χαρακτήρες ερήμην των ιστορικών γεγονότων ούτε να περιγράψει απλώς ιστορικά γεγονότα σημαντικά, ερήμην των ανθρώπων  που τα έζησαν. Οι προεκτάσεις των γεγονότων  φτάνουν μέχρι τους ανθρώπους και επηρεάζουν τον χαρακτήρα των ηρώων .Αυτό  πρέπει να φανεί σε ένα έργο  αλλιώς θα είναι  ελλιπής   τόσο η παρουσίαση της εποχής όσο και η περιγραφή των χαρακτήρων .

ΕΡΩΤΗΣΗ 5

Ακούμε πολύ συχνά ότι το μεγαλύτερο μέρος του αναγνωστικού κοινού είναι γυναίκες και τα μυθιστορήματα που εστιάζουν κυρίως στον προσωπικό βίο, (οικογένεια, έρωτας, φιλία και γενικά στις ανθρώπινές σχέσεις, την ωρίμανση, την αυτοπραγμάτωση κι άλλα που αφορούν την ιδιωτική σφαίρα και τον συναισθηματικό κόσμο των ηρώων) είναι η θεματολογία που αγγίζει περισσότερο τις γυναίκες αναγνώστριες. Πιστεύετε ότι αυτή αντίληψη είναι σωστή;

Αν ναι, πιστεύετε ότι αυτή η προτίμηση στην θεματολογία του προσωπικού κι όχι εκείνη του δημόσιου βίου είναι εγγενής ή επίκτητη; (Αν είναι δηλαδή χαρακτηριστικό του βιολογικού ή του κοινωνικού φύλου)

Αν όχι, που πιστεύετε ότι οφείλετε αυτή η αντίληψη;

Ποιος καθορίζει το σωστό και το λάθος  στις προτιμήσεις   του αναγνωστικού κοινού;   Πώς, από ποιους και με ποιους  διαμορφώνεται αυτό το αναγνωστικό κοινό;  Είναι σύνθετο το θέμα. Λάθος είναι νομίζω η άποψη ότι γράφουμε  για ένα συγκεκριμένο κοινό και οι γυναίκες συγγραφείς για ένα γυναικείο κοινό. Δεν γράφει κανείς κατά παραγγελία. Συγκεκριμένοι είναι οι στόχοι του συγγραφέα ως προς τα εκφραστικά  του μέσα, την ανάπτυξη του θέματος, την εξέλιξη των  χαρακτήρων  και όχι το κοινό που θα  τον διαβάσει . Όσο για τη θεματολογία  είναι γεγονός ότι από τη φύση της η γυναίκα δείχνει μια ροπή προς το συναίσθημα. Υπάρχει μεγάλη απόσταση βέβαια  από το πώς περιγράφεται το συναίσθημα σε ένα μυθιστόρημα, από την γλυκερή αισθηματολογία   στην οποία καταφεύγουν πολλοί συγγραφείς. Οι ανθρώπινες σχέσεις την αφορούν ως  άτομο πιστεύω γιατί με τον τρόπο της συμμετέχει στην εκάστοτε κοινωνική πραγματικότητα – οικογένεια, παρέα, εμπλοκή σε κοινωνικές δραστηριότητες. Ως προς τις προτιμήσεις της, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η  εισβολή της τηλεόρασης στην καθημερινότητά μας, έχει όχι μόνο αλλάξει τις αναζητήσεις και τις απαιτήσεις μας   αλλά τις έχει υποβάλει  και σε μία  έκπτωση που  γίνεται  φανερή όλο και περισσότερο. Αρκετά  μυθιστορήματα, ακολουθούν τον περιγραφικό τρόπο -εναλλαγή εικόνων- επηρεασμένα ίσως από τον τρόπο της έκφρασης σε  τηλεοπτικά  «κατασκευάσματα». Ζούμε  σε μια εποχή βιαστική που προσπαθεί  να επιβάλει το εύκολο γενικά -εύκολα βιβλία, εύκολοι έρωτες,  εύκολο χρήμα. Το μόνο που μπορώ να πω  είναι ότι δεν γίνονται  παρά  ελάχιστες  προσπάθειες ώστε  να αλλάξει η αναγνωστική   μας συμπεριφορά. Πόσες σελίδες  στον Τύπο  και εκπομπές   στην τηλεόραση αφορούν το βιβλίο; Και η πολιτική για το βιβλίο  δεν είναι δυστυχώς αυτή που του αξίζει .

ΕΡΩΤΗΣΗ 6

Το μυθιστόρημα της Έμιλυ Μπροντέ, «Ανεμοδαρμένα ύψη» είχε διαφορετική τύχη στην λογοτεχνική κριτική, όταν παρουσιάστηκε με αντρικό όνομα συγγραφέα (ευνοϊκή) και πολύ διαφορετική (δυσμενής) όταν αποκαλύφθηκε, από την αδερφή της Σαρλότ, η πραγματική ταυτότητα της συγγραφέως. Φανταστείτε τα μυθιστορήματά σας υπογεγραμμένα με ένα αντρικό όνομα. Πιστεύετε ότι θα είχαν διαφορετική τύχη κι αποδοχή από το αναγνωστικό κοινό;

Δεν μπορώ να ξέρω  εξάλλου μιλάμε για διαφορετικές εποχές. Εγώ  προσπαθώ ν’ανοίξω πόρτες για τον αναγνώστη, να ψάξει κάποιες επιπλέον εκδοχές  σε θέματα που απασχολούν κι εμένα αλλά όλους μας πιστεύω.  Αν η δική μου εκδοχή, ο δικός μου τρόπος γραφής και  τα δικά μου εκφραστικά μέσα τον ικανοποιούν, θα με διαβάσει  είτε έχω όνομα ανδρικό κάτω από τον τίτλο είτε γυναικείο.

ΕΡΩΤΗΣΗ 7

Ο Ρολάν Μπάρτ  (Γάλλος θεωρητικός και κριτικός της λογοτεχνίας, φιλόσοφος, γλωσσολόγος και σημειολόγος), σε ένα δοκίμιό του «Μυθιστορήματα και παιδιά», αναφέρει ότι κάποτε το περιοδικό Elle είχε ένα άρθρο που αναφερόταν στις γυναίκες συγγραφείς κάνοντας μια λίστα με τα ονόματά τους, πόσα παιδιά είχαν και πόσα μυθιστορήματα είχε γράψει η καθεμία.  Η ιδιάζουσα αυτή συσχέτιση οικογενειακής ζωής και συγγραφικής δραστηριότητας, πιστεύει, ότι γίνεται μονάχα για τις γυναίκες και έμμεσα περνάει ένα μήνυμα. Συγκεκριμένα αναφέρει ως συμπέρασμα:

«Γυναίκες: μπορείτε να αγαπήσετε, να εργαστείτε, να γράψετε, να γίνετε γυναίκες επιχειρηματίες ή γυναίκες των γραμμάτων, αλλά να θυμόσαστε πάντα πως υπάρχει κι ένας άντρας, και πως δεν είσαστε καμωμένες σαν κι αυτόν. Είσαστε ελεύθερες, υπό τον όρο να εξαρτιόσαστε από τον άντρα˙ η ελευθερία σας είναι μια πολυτέλεια, και δεν είναι εφικτή παρά μονάχα αν αναγνωρίσετε τις υποχρεώσεις της δικής σας φύσης. Μπορείτε να γράφετε αν θέλετε – όλες οι γυναίκες θα είμαστε υπερήφανες για σας˙ μην ξεχνάτε όμως πως πρέπει να κάνετε παιδιά – αυτή είναι η μοίρα σας.»

Αυτήν την αντιμετώπιση των γυναικών, θα την βρίσκαμε κυρίως σε παλαιότερες εποχές, όπου πρωταρχική υποχρέωση της γυναίκας ήταν να κάνει οικογένεια κι όχι να ασχολείται με την λογοτεχνία. Θυμάστε κάποια στιγμή στην συγγραφική σας πορεία, που νιώσατε ότι είσαστε σε δυσμενή θέση, επειδή σας αντιμετώπισαν διαφορετικά εξαιτίας μιας τέτοιας πεποίθησης;

Δεν συμφωνώ  με το απόσπασμα  που παραθέτετε. Αλίμονο αν πιστέψουμε ότι η  ελευθερία   είναι πολυτέλεια  για τις γυναίκες. Σίγουρα είναι καμωμένη διαφορετικά από τον άνδρα αλλά να νιώθει μονίμως υποτελής σε έναν άνδρα, είναι κάτι που  δεν μπορώ να το δεχτώ –όχι μόνον εγώ  αλλά οι περισσότερες νέες  γυναίκες σήμερα.   Είναι βέβαια  δύσκολο να συνδυάσει  δουλειά και οικογένεια αλλά οι περισσότερες γυναίκες εργαζόμενες το καταφέρνουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις γυναίκες συγγραφείς. Και δεν εξαρτάται από τον άνδρα σήμερα η γυναίκα. Συμπορεύεται με τον άντρα. Προσωπικά  δεν θυμάμαι μέχρι τώρα να με αντιμετώπισαν   διαφορετικά επειδή είμαι  γυναίκα συγγραφέας. Κριτική δέχομαι για τα βιβλία μου και τον τρόπο που  χειρίζομαι ένα θέμα και όχι επειδή είμαι  γυναίκα και μάνα συγγραφέας.  Προσπαθούσα πάντα να ξέρω  μέχρι πού με παίρνει  να είμαι συγγραφέας που γράφει  κλεισμένη στο γραφείο της  και μέχρι πού με παίρνει να είμαι μάνα που μεγαλώνει δύο παιδιά και κρατάει ένα σπίτι.

ΕΡΩΤΗΣΗ 8

«Μερικές φορές σε διάφορες θεωρητικές συζητήσεις, έχω ενοχληθεί ακούγοντας τους άντρες να μου λένε ‘‘Αυτό το πιστεύετε επειδή είστε γυναίκα’’, ήξερα όμως ότι ο μόνος τρόπος για να αμυνθώ ήταν να απαντήσω ‘‘Το πιστεύω επειδή είναι αλήθεια’’, βάζοντας έτσι στην άκρη την υποκειμενικότητά μου. Ήταν αδιανόητο να ανταπαντήσω ‘‘Και εσείς πιστεύετε το αντίθετο επειδή είστε άντρας’’, γιατί εννοείται ότι να είσαι άντρας δεν αποτελεί μοναδικότητα. Ο άντρας, όντας τέτοιος, βρίσκεται εν δικαίω, αυτή που βρίσκεται εν αδίκω είναι η γυναίκα.», αναφέρει η Σιμόν ντε Μποβουάρ στην εισαγωγή του βιβλίου της «Το Δεύτερο φύλο», μιλώντας για τον τρόπο που οι άντρες συνομιλητές της, ενδεχομένως και ακαδημαϊκοί, την αντιμετώπιζαν με επιχείρημα την εγκυρότητα και την αξιοπιστία των επιχειρημάτων της, λόγω φύλου, όπως εκείνοι την αντιλαμβάνονταν.

Στο δικό σας χώρο, πιστεύετε ότι μια γυναίκα πρέπει να «αγωνιστεί» περισσότερο από έναν άνδρα για να αποδείξει την αξία της ως συγγραφέας;

Αν για κάτι πρέπει να αγωνιστεί είναι η προσπάθεια να βελτιώνεται συνεχώς και να μην επαναλαμβάνεται  ως προς τη θεματολογία της, σεβόμενη και τους δύο ρόλους  της: της μητέρας  και  της συγγραφέως. Το ίδιο  ισχύει πιστεύω και για έναν άνδρα συγγραφέα. Και ένας άνδρας πρέπει να αποδείξει την αξία του.  Δεν σημαίνει πως ό,τι γράφει ο άνδρας συγγραφέας  είναι καλό λόγω του φύλλου του. Έχω διαβάσει θαυμάσια μυθιστορήματα από γυναίκες συγγραφείς ενώ με απογοήτευσαν μυθιστορήματα γραμμένα από άντρες.

ΕΡΩΤΗΣΗ 9

Σε ένα μυθιστόρημα που διαβάζετε σας ενδιαφέρουν περισσότερο τα γεγονότα (πως έγιναν, όσα έγιναν) ή τα κίνητρα των ηρώων (γιατί έκαναν, όσα έκαναν);

Μ’ ενδιαφέρει περισσότερο ο συναισθηματικός κόσμος  των ηρώων, οι αντιδράσεις τους, η συμπεριφορά τους . Θεωρώ τα γεγονότα  ως μία βάση πάνω στην οποία στηρίζονται οι ήρωες και δεν διαβάζω ένα βιβλίο για να δω τι έγινε στο τέλος αλλά για να ανακαλύψω με ποιο τρόπο  συμμετέχουν και αντιμετωπίζουν τελικά  τα γεγονότα ή τον εαυτό τους και τους άλλους, οι ήρωες.

ΕΡΩΤΗΣΗ 10

Μια μυθιστορηματική ηρωίδα η οποία έχει επιλέξει συνειδητά να μην παντρευτεί και να μην αποκτήσει παιδιά είναι εξίσου ενδιαφέρουσα με μια που παρουσιάζεται ως μητέρα και σύζυγος;

Ασφαλώς και είναι εξίσου ενδιαφέρουσα  αρκεί να με πείσει  ως αναγνώστρια  για τις  επιλογές  της.

ΕΡΩΤΗΣΗ 11

Η αναπαράσταση των γυναικών στην λογοτεχνία θεωρείται μια μορφή «κοινωνικοποίησης», αφού έμμεσα παρουσιάζεται η αποδεκτή εκδοχή του «θηλυκού», των προσδοκώμενων κι αποδεκτών, επίσης, στόχων και φιλοδοξιών των γυναικών στην κοινωνία. Κρίνοντας από τον εαυτό σας ως αναγνώστρια, πιστεύετε ότι είναι δυνατόν τα μυθιστορήματα να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν άποψη για το σωστό και το λάθος; Έχουμε την απαραίτητη ωριμότητα ως αναγνώστριες να διαβάσουμε περισσότερο με κριτική κι όχι με μιμητική διάθεση, όσα έχει να μας πει το κείμενο;

Εξαρτάται από την αναγνώστρια και την αναγνωστική της επάρκεια. Διαβάζει για να    χαλαρώσει; Να κοιμηθεί πιο εύκολα το βράδυ; Να προβληματιστεί πάνω  σε μία  άλλη εκδοχή; Να μιμηθεί τον ήρωα σε παρόμοιο προσωπικό της θέμα; Ή να απολαύσει τον τρόπο γραφής και παρουσίασης χαρακτήρων και καταστάσεων;  Προσωπικά  δεν αφήνω άκριτα να με επηρεάσει η άλφα ή βήτα συμπεριφορά ούτε θα  ήθελα να μιμηθώ  τον έναν ή τον άλλο ήρωα και ηρωίδα. Ό,τι συμβαίνει σε ένα μυθιστόρημα, συμβαίνει κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες  και με  το συγκεκριμένο σκεπτικό που εκφράζει ένας  συγγραφέας. Είναι παρακινδυνευμένο να το  φέρνουμε στα μέτρα μας  και στις συνθήκες που ζούμε  στην καθημερινότητά μας. Ο συγγραφέας μας βοηθάει πιστεύω  να προσεγγίσουμε  και  από άλλο δρόμο ένα συγκεκριμένο  θέμα, να  δούμε μια άλλη εκδοχή.  

ΕΡΩΤΗΣΗ 12

Από ένα σύγγραμμα,  «Σπουδές φύλου και λογοτεχνία», της Ε. Σηφάκη, στην διεύθυνση (https://repository.kallipos.gr/bitstream/11419/5723/1/κεφάλαιο_2.pdf), βρίσκουμε τα δυο παρακάτω παραθέματα:

 «Η μητέρα της Γουλφ πάντα προσπαθούσε να εκπληρώσει το βικτωριανό ιδανικό της γυναίκας-συζύγου και μητέρας, που η Γουλφ αργότερα περιέγραψε ως τον «Άγγελο στο σπίτι». Η χειραφέτηση των γυναικών απαιτεί την ανεξαρτησία από τα «πρέπει» στα οποία ήταν εγκλωβισμένες οι γυναίκες, όπως η μητέρα της. Τα «πρέπει» αυτά είναι η αυτοθυσία και ο παραγκωνισμός των δικών τους αναγκών προς χάριν της προσφοράς στην οικογένεια. Η Γουλφ διακηρύσσει ότι, χωρίς κάποιον εγωισμό, την απαίτηση, δηλαδή, για δικό τους χώρο και χρόνο, οι γυναίκες είναι αδύνατον να γίνουν συγγραφείς. Η γυναίκα που θέλει να γράψει οφείλει, κατ’ αρχάς , να «σκοτώσει τον Άγγελο μέσα της», πράγμα που δεν είναι απλό, καθώς τα καθήκοντα του Αγγέλου βρίσκονται εγκαθιδρυμένα βαθιά στη συνείδησή της.» 

«Σιμόν ντε Μπωβουάρ: [...] Από τη στιγμή που εμπλέκεις τον εαυτό σου ολοκληρωτικά στο γράψιμο ενός μυθιστορήματος, για παράδειγμα, ή ενός δοκιμίου, τότε εμπλέκεσαι ως γυναίκα, όπως δεν μπορείς να αρνηθείς την εθνικότητά σου – είσαι Γαλλίδα, είσαι άνδρας, είσαι γυναίκα: όλο αυτό περνάει στη γραφή. Αν γράφεις κάτι με το οποίο εμπλέκεσαι πραγματικά, δεν χρειάζεται να το σκέφτεσαι. Η ίδια η κατάσταση απαιτεί την ολοκληρωτική σου δέσμευση ως άτομο, όπως ακριβώς και στις πολιτικές σου δεσμεύσεις.»

Ποια είναι η δική σας άποψη για αυτό;

Άλλες ερωτήσεις σχετικές με τις μυθιστορηματικές ηρωίδες και τα μυθιστόρημά σας

Η γυναίκα  μητέρα  και  συγγραφέας, έχει να παίξει δύο σημαντικούς   ρόλους. Δεν χρειάζεται να σκοτώσει ούτε τον «Άγγελο…» ούτε τη συγγραφέα. Μπορεί να παίξει αυτούς τους ρόλους  με επιπλέον προσπάθεια βέβαια  αλλά αξίζει τον κόπο  και η οικογένεια και η συγγραφή για λίγο κόπο παραπάνω. Το θέμα είναι  πόσο  σεβόμαστε  τον κάθε  ρόλο  μας, πόσο και πώς τον υποστηρίζουμε όταν βγαίνουμε  στη σκηνή να τον παίξουμε. Όσο γι’ αυτό που γράφει η Μποβουάρ  ότι  εμπλέκεσαι ως  γυναίκα, νομίζω ότι κυρίως εμπλέκεσαι ως συγγραφέας, ως καταγραφέας συναισθημάτων, καταστάσεων αντιδράσεων ,γεγονότων. Ως   δέκτης κραδασμών, έσωθεν και έξωθεν. Είναι διαφορετικός ένας  δέκτης άνδρας  από μία  γυναίκα -  δέκτη;  Μπορεί, αλλά η συγγραφή  είναι κοινή προσπάθεια που απαιτεί αγώνα  και από  τα   δύο φύλλα. Προσπαθούν, άνδρες γυναίκες συγγραφείς να αποδείξουν όχι την αξία του  φύλλου τους  στη συγγραφή αλλά τη συγγραφική τους δεινότητα και επάρκεια. Σ’ αυτό κρίνονται  ή πρέπει  τουλάχιστον να κρίνονται.

Άλλες ερωτήσεις σχετικές με τις μυθιστορηματικές ηρωίδες και το μυθιστόρημά σας

ΕΡΩΤΗΣΗ 13

Αν γράφατε ένα παραμύθι και οι βασικοί σας ήρωες λεγόταν Τρίκαλα και Βόλος. Ποια θα ήταν η γυναίκα, ποιος ο άντρας και γιατί;

Ο μόνος λόγος που θα έβαζα άρθρα, θηλυκό  και αρσενικό στις δύο πόλεις  που αναφέρετε, είναι γιατί τα μεν Τρίκαλα  τα έχω στο μυαλό μου με το   αρχαίο ποτάμι  που τα διασχίζει , τον Ληθαίο  και το Βόλο, τον έχω  στο μυαλό μου με τη θάλασσα που  βρέχει τις  ακτές του. Θα έγραφα λοιπόν μια ιστορία  για δύο ερωτευμένους ,  τον Ληθαίο που ψάχνει να βρει την αγαπημένη του που τη λένε Θάλασσα! 

ΕΡΩΤΗΣΗ 14

«Πυρ, γυνή και θάλασσα» η φράση του αρχαίου ποιητή Μενάνδρου, που ήθελε να εκφράσει την πεποίθηση πως τα αυτά τα τρία ήσαν πολύ καταστροφικά για τον άνθρωπο. Η Φιλίτσα κι η Ζαμπέτα έχουν κόκκινα μαλλιά, είναι γυναίκες και προέρχονται από θαλασσινό τόπο, «μαγεύουν» τους άντρες και τους κάνουν να φερθούν κοινωνικώς παράλογα. Οι γυναίκες που διεκδικούν τον δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, της επιλογής του συζύγου ή ερωτικού τους συντρόφου, κόντρα στους κοινωνικούς κανόνες, μπορεί ακόμη και σήμερα να θεωρούνται επικίνδυνες και καταστροφικές;

Επικίνδυνος και καταστροφικός είναι κάποιος – γυναίκα ή άντρας - που συνειδητά κάνει το κακό, εν γνώσει του ότι θα πληγώσει κάποιον αλλά το παραβλέπει. Δεν νομίζω πως η Φιλίτσα και η Ζαμπέτα ανήκουν σ’αυτήν την κατηγορία. Ερωτευμένες είναι  και προσπαθούν  να διαχειριστούν  τον έρωτά τους. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι  Η Ζαμπέτα κατάστρεψε  τη ζωή του Κωνσταντή, αλλά ευθύνεται και ο ίδιος  που δεν κατάφερε  να απαγκιστρωθεί  από τον έρωτά του και οδήγησε και τη Ζαμπέτα σε αντιδράσεις κατακριτέες.  Νομίζω ότι σε μία σχέση  είναι και οι δύο υπεύθυνοι για το πώς  θα τη διαχειριστούν και πάνω σε τι θεμέλια  θα τη χτίσουν. Βέβαια εκτός από τη λογική υπάρχει και η καρδιά που άλλα προστάζει. Είναι όμως στην ευχέρεια  του συγγραφέα να παρουσιάσει  τη μία ή την άλλη εκδοχή  και ο αναγνώστης να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει. Καταστροφικό μπορεί να αποβεί το δικαίωμα  της γυναίκας να επιλέγει τον άνδρα  σύντροφο ή σύζυγο  σε περίπτωση που  διαλύει  μια οικογένεια για να πετύχει το σκοπό της. Αλλά  το ίδιο ισχύει και για τον άνδρα.

ΕΡΩΤΗΣΗ 15

Επίσης, η φράση, «Γυνή γαρ ουδέν οίδε, πλην ό βούλεται», αποδίδεται στον ίδιο αρχαίο ποιητή και σημαίνει ότι η γυναίκα δεν ξέρει τίποτα εκτός από αυτό που θέλει. Η Ζαμπέτα είναι μια ηρωίδα που χαρακτηρίζεται από το πάθος της για τον Λίνο. Δεν παρουσιάζεται ως γυναίκα που εργάζεται, που επιθυμεί να σπουδάσει ή που έχει άλλα ενδιαφέροντα (κοινωνικά, πολιτικά κλπ), παρά μόνο θαυμάζει τον Λίνο που όλα τα μπορεί. Δικαιώνει, έμμεσα, τον αρχαίο ποιητή;

Ας μην ξεχνάμε ότι η Ζαμπέτα, μεγάλωσε  στη διάρκεια του  εμφυλίου, έχασε τον πατέρα της, αξιωματικό του τακτικού στρατού, ο αδερφός της μητέρας της, ο αγαπημένος της θείος στον οποίο καταφεύγει  για τα δύσκολα που της συμβαίνουν, είναι στην αντίθετη πλευρά, αντάρτης στο βουνό και  πολιτικός εξόριστος που προβληματίζεται για την έκβαση  των γεγονότων  τα οποία σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή  και πάρα πολλές οικογένειες. Πόσα μπορεί να εξηγήσει ένα παιδί που μεγαλώνει  κάτω από τέτοιες συνθήκες  και να πάρει θέση πολιτική τη στιγμή και για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές εκείνων των ταραγμένων χρόνων, κάποια γεγονότα παρέμειναν σκοτεινά και αδιευκρίνιστα; Επιπλέον η Ζαμπέτα ζει την εφηβεία της στη δεκαετία του ‘50, μια εποχή πού οι σπουδές δεν ήταν το  σπουδαιότερο μέλημα  για μια  κοπέλα. Θεωρώ ότι και η Ζαμπέτα αλλά και η Διαμάντω που  είναι ερωτευμένη με τον Αντρέα, είναι κάτι σαν «επαναστάτριες»  μιας εποχής που δεν σήκωνε τέτοιου είδους επαναστάσεις. 

ΕΡΩΤΗΣΗ 16

Ποια γυναίκα μέσα στο μυθιστόρημα θεωρείτε πιο χειραφετημένη και για ποιόν λόγο; Σε τι διαφέρει από τις άλλες;

Θεωρώ  ότι  η  Διαμάντω  -φτωχή και με πατέρα μέθυσο - «χειραφετείται» εκ των πραγμάτων θα έλεγα και  εν αγνοία της. Δουλεύει ως μοδίστρα για  να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια, είναι το  δεξί χέρι της μητέρας της  στις  δουλειές του σπιτιού και  χωρίς να εξετάζει  τα πρέπει και τα μη  της εποχής της, επέλεξε να μείνει η αγαπημένη του Αντρέα και όχι γυναίκα του,  αγνοώντας τις προτροπές της μητέρας της  για  γάμο.

ΕΡΩΤΗΣΗ 17

Το τέλος της ιστορίας είναι αισιόδοξο για τις γυναίκες;

Τι καταφέρνει η Ζαμπέτα;

Το τέλος είναι αισιόδοξο γιατί η Ζαμπέτα  τα βρίσκει με τον εαυτό της, βρίσκει επιτέλους το χώρο που θα ήθελε να ζήσει ακολουθώντας τα ίχνη των προγόνων της και βρίσκει και τις ισορροπίες που θα την βοηθήσουν να ζήσει  μόνη της αλλά δυνατή ύστερα από  τον αγώνα της, όχι για να κερδίσει τον Λίνο  αλλά τον αυτοσεβασμό.

ΕΡΩΤΗΣΗ 18

Η Ζαμπέτα σωπαίνει μπροστά σε όσα συμβαίνουν. Όταν φτάνει στα όριά της αποφασίζει να πετάξει όλο το πλούσιό της νοικοκυριό (σύμβολο ευτυχισμένης παντρεμένης γυναίκας) από το παράθυρο. Έπειτα από τον εγκλεισμό της στην κλινική, μέσα από τους εσωτερικούς μονολόγους της Αγγέλας και του Μιχέλ, βλέπουμε ότι ο κοινωνικός περίγυρος δείχνει κατανόηση για την κατάστασή της και την δικαιώνουν.

Πιστεύετε ότι η γυναίκα, όταν αποφασίζει να μιλήσει με το σώμα της εισακούγεται η «φωνή» της περισσότερο από ότι όταν αποφασίσει να μιλήσει με τις λέξεις;

Η πράξη τη Ζαμπέτας, μια πράξη απελπισίας και έκρηξης συναισθηματικής, δεν νομίζω πως αντιμετωπίστηκε με κατανόηση απ’ τον περίγυρο. Η επαρχία ήταν πολύ σκληρή εκείνη την εποχή. Τη δικαιώνουν  η Αγγέλα και ο Μιχέλ  γιατί την αγαπούν και γιατί ξέρουν  τι πέρασε με τον έρωτά της  για τον Λίνο   τον οποίο κατηγορούν εμμέσως και οι δύο. Μίλησε με το σώμα της όχι για να δικαιωθεί από τον περίγυρο ή να την ακούσουν οι άλλοι αλλά γιατί βρέθηκε σε ένα  αδιέξοδο που της δημιούργησε στιγμιαία την απώλεια της λογικής. Μια αυτοκτονία π.χ.  είναι μια πράξη απελπισίας και προκαλεί τον οίκτο  των ανθρώπων. Αλλά πόσοι απογοητευμένοι  και αδικοχαμένοι αυτόχειρες δικαιώθηκαν από τον περίγυρο μιλώντας με το σώμα τους  σε μια τέτοια πράξη; Ο διάλογος  της Ζαμπέτας έγινε με τον εαυτό της, με το ίδιο της το σώμα που αισθάνθηκε να μην το αντέχει ύστερα μάλιστα και από τον θάνατο  του ανάπηρου παιδιού της.

ΕΡΩΤΗΣΗ 19

Η Φιλίτσα κι η Ζαμπέτα είναι δυο γυναίκες που χαρακτηρίζονται από την παιδικότητα (αφέλεια ή ανωριμότητα), την αγάπη και την κατανόηση. Ενώ η Λένω χαρακτηρίζεται από την ενήλικη, υπεύθυνη συμπεριφορά της, τον θυμό και την αυστηρότητα.

Πιστεύετε ότι αυτό είναι το αποτέλεσμα των επιλογών της να υπηρετήσει τον θεσμό της οικογένειας ακόμη και σε βάρος της προσωπικής της ευτυχίας;

Λένω, ανήκει σε  διαφορετική κοινωνική τάξη από τη Φιλίτσα και σε διαφορετική εποχή, χρονικά , από τη Ζαμπέτα. Μεγάλωνε σε ένα χωριό, σε μια εποχή  που θεωρούνταν ντροπή για μια γυναίκα να μείνει ανύπαντρη. Έγινε σύζυγος  χωρίς όνομα (ο Πασχάλης Ντάκος, γυναίκα την έλεγε  και όχι με το όνομά της όπως  την αγαπημένη του Φιλίτσα) έγινε μητέρα και προσπάθησε να σταθεί ως μητέρα επίσης και στα  δύο παιδιά  του Ντάκου από τη Φιλίτσα. Την προσωπική της ευτυχία  της την αρνήθηκε ο δάσκαλος τον οποίο είχε ερωτευθεί  χωρίς ανταπόκριση και όχι η ίδια από τον εαυτό της. Η ίδια ως  «μεγαλοκοπέλα» που κινδυνεύει να μείνει «στο ράφι» ακολούθησε τη μοίρα της χωρίς να δυσανασχετεί με συνέπεια και καρτερία  αξιοθαύμαστη .

ΕΡΩΤΗΣΗ 21

Ποιο είναι το πιο δυνατό μήνυμα του μυθιστορήματος;

Δεν ξέρω αν υπάρχει δυνατό μήνυμα. Δεν το  έγραψα άλλωστε για να περάσω μηνύματα. Το έγραψα γιατί  ήθελα να μιλήσω για τον τόπο μου, τα Τρίκαλα, για τον κάμπο  και  τους ανθρώπους  του  και δεν μπορείς να μιλάς  για έναν τόπο αν  δεν μιλήσεις  για τους ανθρώπους του, τους αγώνες τους, τους έρωτες τους, τη συμμετοχή τους και  τις αντιδράσεις τους  σε  σημαντικά γεγονότα της εποχής. Οι ήρωες αυτής της ιστορίας, έζησαν σε δύσκολες εποχές, χρόνια  ανήσυχα  και  μεταβατικά  καθώς και η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα  τότε ήταν πολύ ρευστή και συνεχώς μεταβαλλόμενη αλλά και η αγροτική κοινωνία πήγαινε  ν’αλλάξει  σε  αστική .  

ΕΡΩΤΗΣΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ

Γιατί γράφει μια γυναίκα; Θα θέλατε να συμπληρώσετε κάτι;

Γιατί γράφει μια γυναίκα; Εγώ  έγραψα  το  συγκεκριμένο μυθιστόρημα, από αγάπη και σεβασμό στην πόλη μου,  μία πόλη που  επέζησε ύστερα από πολλά δεινά, καταστροφές, πολέμους και εξεγέρσεις, αγώνες πολιτικούς  και προσωπικούς κάποιων ανθρώπων της. Γιατί είχα μαζέψει μέσα μου πάρα πολλά  για αυτή  την πόλη, από αφηγήσεις παλιότερων Τρικαλινών, από όσα είχα  διαβάσει κατά καιρούς  για την ιστορία της  και όσα, ελάχιστα,  είχα  γνωρίσει η ίδια προσωπικά. Επί χρόνια , αυτό το υλικό γινόταν όλο και  περισσότερο, πιο απαιτητικό και πιο  έτοιμο να βγει προς τα  έξω. Συγκέντρωσα πληροφορίες, μαρτυρίες και επινόησα  δύο οικογένειες για να περάσω μέσα από τα μέλη τους  τις σημαντικές ιστορικές στιγμές  αυτής της πόλης  και τις αλλαγές που τη σημάδεψαν. Ο έρωτας και ο θάνατος που είναι οι δύο άξονες της ζωής,  δεν ήταν δυνατόν να  αγνοηθούν  στην αφήγηση   της ιστορίας των δύο οικογενειών.

bottom of page