top of page
Εικόνα συγγραφέαΑφροδίτη Μανουσάκη

Ποίηση: Τρία ποιήματα στο Fractal

Έγινε ενημέρωση: 9 Ιουν 2022

(Φωτογραφία από τον χρήστη Engin Akyurt στο Pixabay)


Όχι του σήμερα γυναίκα


Θέλω να ωριμάσω Βιρτζίνια,

θέλω να αλλάξω ψευδαισθήσεις.

Δεν θέλω να είμαι η «γυναίκα» τους…

όχι τέτοια


Φόβος του αγνώστου, μια υποταγή

ενός χρόνια κατακτημένου λαού

Που οι σκλάβοι δεν πιστεύουν…

στις συμμαχίες


Ανόητα νομίζεις ότι επιλέγεις

Κλουβί ασφάλειας η γενέτειρά σου

Για να σε προστατεύσει δήθεν…

από την φύση σου


Πριγκίπισσα των υποχρεώσεων

Γίνεσαι μάνα, ζωή, μα αυλική

Και το βασίλειο μένει πάντοτε…

σε χέρια ξένα


Τσίπα από γάλα που κρυώνει

Στα χείλη κάθεται μουστάκι

Κρυμμένο αντριλίκι να μας πνίγει…

καθώς καταπίνουμε


Κι αν γυναίκα γίνομαι, Σιμόν

Θέλω να επιλέξω πρότυπο εγώ

Πριν ευνουχίσουν οι θεοί…

την διάνοιά μου


Δεν είμαι καθρέπτης αλλουνού

Σκιά δεν είμαι θάμνου

Δέντρο σε πρόποδες κι αγνάντια μου…

η έρημη κορυφή τους


Δεν φταίνε οι δεσμώτες μας

Χειροπόδαρα δεθήκαμε εμείς

Πλαστές εικόνες που δεν φτάνουμε…

η παγίδα μας


Αγώνας, μίμηση, αλλοτρίωση

Μεγάλο βάρος σε ενοχές,

Κι υποταγή είναι το βραβείο μας…

για την αποτυχία


Ποιοι μας φτιάχνουν; Ποιοι κρίνουν;

Οι αρχηγοί, οι αλάθητοι οι πάπες;

Ελευθερία, εγώ να είμαι μόνο εγώ…

όχι του σήμερα γυναίκα


Κοινωνική Δικτύωση


Βρήκανε τοίχους αδειανούς, για τα συνθήματά τους,

σε δρόμους πολυσύχναστους, χωρίς έναν διαβάτη.


Εκεί όλοι μαζεύονται, κι όλοι μονάχοι μένουν,

για την ματαιοδοξία τους, να μοιραστούν επαίνους.


Όλα όσα εσκόρπισαν, χωρίς φειδώ και σκέψη,

πίσω να πάρουν και αυτοί, τα δανεικά τους μπράβο.


Μπούμερανγκ που επέταξε, ο πρώτος τους αφέντης,

κι ανεμοστροβιλίζουνε, ξαναγυρνούνε πίσω.


Φίλοι που δεν γνωρίζονται κι αγάπη προσποιούνται

κι αλληλοκολακεύονται κι αλληλοσυγχωρούνται.



Λέξεις και σύντομα ρητά, σκέψεις παραφρασμένες,

αράδες, θράσος, τσαμπουκάς, χωρίς καμιάν αξία.


Ανθρώπων κατηγόριες, με ευφυΐα γραμμένες,

σπεύδουν του κόσμου οι σοφοί, με θέρμη να ασπαστούνε.


Ούτε το συλλογίστηκαν, ούτε περνά απ’ τη σκέψη

κι ούτε λεπτό δεν ένιωσαν, ότι αφορούν κι εκείνους.


Και γράφουνε κι εκτίθενται και τίποτα δεν κρύβουν,

βγαίνει ο φθόνος τους γυμνός, για όσα κρυφά ποθήσαν.


Του κόσμου τα παράδοξα, ψυχές, μυαλά χαμένα,

παράνοια στα άκρα της, κομμάτια κι από εμένα;


Ο φόβος

Ο φόβος έφυγε από τα δικά μας μάτια,

σαν δεν είχαμε τίποτα να χάσουμε πια

ούτε όνειρα, ούτε ζωή.


Ο φόβος έγινε οργή, και εκείνη ξύπνημα,

κι όλα έμοιαζαν πιο καθαρά τώρα

που οι εφιάλτες γίνηκαν μικροί


Είναι τόσο ανόητο να μην το πολεμάς

την ώρα που γεννιέται το θεριό

και να το θρέφεις πίκρα.


Πίκρα απ’ τον αγώνα σου κι από τα όνειρά σου,

να τα περνάς κληρονομιά βαριά,

στα ίδια τα παιδιά σου.


Ο φόβος έφυγε από τα δικά μας μάτια,

σαν δεν είχαμε τίποτα να χάσουμε πια

ούτε όνειρα, ούτε ζωή.


Όμως ποτέ δεν χάθηκε και κείνους τριγυρίζει,

τον μόχθο μας σαν συγκέντρωσαν,

μεσ’ την δική τους τσέπη.


Τον προστατεύουν τον παρά, με νύχια και με δόντια

κι ωρύονται ωσάν να ήτανε Θεοί,

που δεν τους προσκυνούμε.


Σωτήρες, παρατρεχάμενοι, θρόνο ξαναζητούνε

Νέρωνες που δεν πρόφτασαν,

να κάψουνε μια χώρα.


Όπως δημοσιεύθηκε στο Fractal 03/05/2017

18 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Comments


bottom of page